Συνήθως ο αποχωρών από τα κοινά φροντίζει έστω και στο τέλος για την υστεροφημία του. Στην δική σου περίπτωση, Σάκη Σακιώτη, ισχύει το αντίθετο. Για τρίτο καλοκαίρι καταδίκασες ντόπιους και μη να ζήσουν ένα ακόμη Δεκαπενταύγουστο αγκαλιά με τα σκουπίδια. Άνθρωποι, τρωκτικά, περιττώματα, γίναμε ένα. Δέκατη έκτη μέρα σήμερα, του Αυγούστου 17, και στον κεντρικό δρόμο των Αγίων οι πλαστικές σακούλες ψήνονται στον ήλιο και οι οσμές που αναδύονται τραβούν όλο και περισσότερα ζωντανά για εξερεύνηση. Ακόμη ένα Δεκαπενταύγουστο με κομμένο νερό, λακκούβες στους δρόμους και παραλίες χωρίς δοχεία, για να μαθαίνουν τα παιδιά πως το σακουλάκι από το παγωτό πρέπει να το πετούν εκεί και όχι στην άμμο.
Θυμάμαι με πόση επιμονή, χρόνια πριν, προσπαθούσες ξανά και ξανά να εκλεγείς δήμαρχος. Και τα κατάφερες. Με το σλόγκαν <ψηφίστε με για καθαρό νησί και νερό>. Και ο κόσμος είπε, <άντε να δούμε> και σε ψήφισε. Μόνο που δεν υπολόγισε σωστά. Και το νησί βούλιαξε στη βρώμα και το νερό έγινε πιο αλμυρό κι από τη θάλασσα.
Ένα τόσο όμορφο νησί, με ιστορία όσο λίγα. Ένα νησί που πολλοί άνθρωποι των γραμμάτων και της τέχνης επέλεξαν για ξεκούραση ή για μόνιμη κατοικία, το καταδίκασες με την πολιτική σου στην απόλυτη μιζέρια. Ανικανότητα; Αδιαφορία; Και τα δύο θα πώ εγώ.
Το διοικείν δεν έχει να κάνει με την υπαλληλική θητεία σε νεκροταφείο ενός δήμου. Και οι δημότες δεν προσφέρονται για αρνιά σε σφαγείο του όποιου θέλει να κάνει το κέφι ή το όνειρό του πραγματικότητα. Κανείς δεν σου μίλησε για τα… μεταξωτά εσώρουχα και τους… επιδέξιους…;
Ξέρω πως κάποιοι θα πουν πάλι πως ξεπερνώ όρια, δεν φέρομαι με πολιτισμό, όπως είπαν και πέρυσι που με άλλους δέκα κατοίκους εναποθέσαμε τις σκουπιδοσακούλες μας έξω από το σπίτι σου. Θα ψελλίσουν και κάτι για την αριστερή μου καταγωγή λες και ο αριστερός αρέσκεται να ζει στη βρωμιά.
Σ’ αυτούς, χαρίζω τον δικό σου πολιτισμό, που προφανώς προτιμούν. Μήπως πρέπει αλήθεια να το βάλουμε σε ψηφοφορία, <Like>, για να δούμε ποιόν πολιτισμό προτιμά και ο απλός κόσμος;
Σάκη Σακιώτη, φεύγεις και αφήνεις πίσω σου θυμό, πολύ θυμό και αυτό εισπράττεις….
Νίτσα Λουλέ
Δημοσιογράφος
Η δημοσιογράφος Νίτσα Λουλέ γεννήθηκε στη Λάρισα τον Δεκέμβριο του 1945. Μεγάλωσε στην Αθήνα και άρχισε την καριέρα της ως δημοσιογράφος το 1965 στην εφημερίδα “Αυγή”, όταν φοιτούσε στην Πάντειο. Η 21η Απριλίου τη βρήκε στη “Μεσημβρινή” της Ελένης Βλάχου. Από το 1974 εργάστηκε στον “Ριζοσπάστη”, στην “Απογευματινή” και στον “Ελεύθερο Τύπο”. Ασχολήθηκε με έρευνες, κάλυψη γεγονότων στο εξωτερικό (συρράξεις Παλαιστινίων-Ισραηλινών, Ιράκ-Ιράν, συνέδρια, συνεντεύξεις με αρχηγούς κρατών), ελεύθερο πολιτικό ρεπορτάζ. Για δεκαεπτά χρόνια ανήκε στο δημοσιογραφικό δυναμικό της ΕΡΤ 1 με καθημερινές και εβδομαδιαίες εκπομπές (Παιδικό Δελτίο, Σάββατο Μιάμιση, Σελίδες Σαββάτου). Για τρία χρόνια ήταν υπεύθυνη του ελεύθερου ρεπορτάζ στο περιοδικό “Ένα” υπό τη διεύθυνση του Παύλου Μπακογιάννη. Από το 2007 έως το 2010 παρουσίαζε κάθε Κυριακή στο ραδιόφωνο της ΝΕΤ την εκπομπή “Παρά και Συν”. Η Νίτσα Λουλέ εκλέχθηκε βουλευτής του Συνασπισμού στη Λάρισα το 1996 και το 2003 αντιδήμαρχος στον Δήμο Αθηναίων. Το πρώτο της βιβλίο με τίτλο “Νίκος Ξυλούρης η ζωή και το τραγούδι του” κυκλοφόρησε το 1979 από τις εκδόσεις “Καραμπερόπουλος” και το δεύτερο το 1981 με τίτλο “Εμείς οι τσιγγάνοι”. Ακολούθησε η σειρά βιογραφιών με τη ζωή των πολιτικών: Παναγιώτη Κανελλόπουλου, Γιάννη Ζίγδη, Λεωνίδα Κύρκου, Γιάγκου Πεζμαζόγλου και Ευάγγελου Αβέρωφ από τις εκδόσεις “Ειρήνη” και λίγο μετά Χαρίλαου Φλωράκη και Κώστα Μητσοτάκη από τις εκδόσεις “Ελληνικά Γράμματα”, καθώς και το βιωματικό βιβλίο με τίτλο “Η μνήμη κόκκινο φορεί”. Το 2011 κυκλοφόρησε το βιβλίο “Έπεα πτερόεντα”.
φωτο Νέλλη Πετροπούλου