ΞΕΝΑΓΗΣΕΙΣ ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ

Τα Ναυτικά Οχυρά Αιγίνης

Written by aeginalight

του ιστορικού ερευνητή Δημήτρη Γκαλών

Η Αίγινα, πρωτίστως λόγω της εγγύτητάς της στο λιμάνι του Πειραιά, υπήρξε πάντα ένας προσφιλής τόπος διακοπών και διαφυγών του Σαββατοκύριακου. Η εγγύτητά της όμως αυτή, καθώς και η γενικότερη γεωγραφική της θέση, την ανέδειξαν σε έναν από του κύριους αμυντικούς στρατηγικούς στόχους του Σαρωνικού Κόλπου, κατατάσσοντάς την στα επιτελικά σχέδια τόσο του ελληνικού στρατού, όσο και των γερμανικών δυνάμεων κατοχής κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.  Ο σημερινός επισκέπτης του νησιού δεν θα διαπιστώσει εύκολα το στρατιωτικό παρελθόν της Αίγινας. Όταν όμως επισκεφτεί την περιοχή του Τούρλου, στα βορειοανατολικά, και την περιοχή της Πέρδικας, στα νοτιοανατολικά, θα βρεθεί αναπόφευκτα αντιμέτωπος με το πολεμικό παρελθόν του νησιού, εκφρασμένο μέσα από τα υπολείμματα των ναυτικών οχυρών και τα φραστικά σπαράγματα, ενίοτε σε γερμανική γλώσσα, τα οποία εμφανέστατα έχουν εναπομείνει στις οχυρώσεις μέχρι σήμερα.

Τα Ναυτικά Οχυρά Αιγίνης, τα οποία αποπερατώθηκαν επί κυβέρνησης Ιωάννη Μεταξά, κατασκευάσθηκαν σε συνεργασία με γερμανούς μηχανικούς του Γ΄ Ράιχ στα μέσα της δεκαετίας του ΄30. Ανήκαν εξ αρχής στη δικαιοδοσία του ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού και είχαν σχεδιαστεί να αποτελέσουν, μαζί με τις οχυρωματικές εγκαταστάσεις των Φλεβών, το κυρίως τμήμα της θαλάσσιας αμυντικής προστασίας του Σαρωνικού, σε περίπτωση εχθρικής επίθεσης.

Αμέσως μετά την βύθιση του εύδρομου ΕΛΛΗ, από το ιταλικό υποβρύχιο DELFINO στην Τήνο την 15η Αυγούστου 1940, το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού (Γ.Ε.Ν./Γ) εκπόνησε ένα αμυντικό σχέδιο με σκοπό την πόντιση δυο ναρκοπεδίων στις θαλάσσιες περιοχές Τούρλου Αιγίνης – Φλεβών και νήσου Μονής Αιγίνης – Αγίου Γεωργίου Μεθάνων. Σκοπός του σχεδίου, το οποίο γνωστοποιήθηκε την 23η Αυγούστου 1940 ως «Απόρρητη Διαταγή Κ/27/4332», ήταν η δημιουργία ενός φράγματος το οποίο θα μετέτρεπε τον Σαρωνικό Κόλπο σε κλειστή θάλασσα, της οποίας οι δίοδοι θα ήταν οι δίαυλοι Βουλιαγμένης-Φλεβών και Πέρδικας-Μονής, στα ανατολικά και νοτιοανατολικά, καθώς και η προστατευμένη διώρυγα της Κορίνθου στα δυτικά. Το φράγμα αυτό ήταν σύνθετο και αποτελείτο αφενός από τα προγραμματισμένα ναρκοπέδια, αφετέρου από τα επονομαζόμενα «Ναυτικά Οχυρά Σαρωνικού» αποτελούμενα από τα Ναυτικά Οχυρά Τούρλου, Φλεβών και Πέρδικας.

Με την έναρξη του Ελληνοïταλικού Πολέμου, την 28η Οκτωβρίου 1940, δόθηκε από τον Αρχηγό Στόλου η διαταγή της πόντισης των προαναφερόμενων ναρκοπεδίων. Το Β/Π ΟΡΙΩΝ και τα αντιτορπιλικά ΠΑΝΘΗΡ, ΑΕΤΟΣ, ΙΕΡΑΞ, ΥΔΡΑ, ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, ΛΕΩΝ και ΣΠΕΤΣΑΙ, υπό την διοίκηση του πλοιάρχου Μεζεβίρη, πόντισαν την νύχτα της 29ης προς την 30η Οκτωβρίου 1940 το ναρκοπέδιο Τούρλου-Φλεβών, αποτελούμενο αρχικά από 154 νάρκες Vickers και τύπου «Μ» (Μωραΐτη). Το ίδιο βράδυ τα ναρκοβόλα πλοία του ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού ΣΤΡΥΜΩΝ και ΑΛΙΑΚΜΩΝ, επικουρούμενα από το αντιτορπιλικό ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΟΛΓΑ, πόντισαν το ναρκοπέδιο Μονής Αιγίνης – Αγίου Γεωργίου Μεθάνων, αποτελούμενο από 115 νάρκες τύπου Vickers. Τα ναρκοπέδια αυτά βρίσκονταν υπό τον άμεσο έλεγχο των Ναυτικών Οχυρών Σαρωνικού, την διοίκηση των οποίων είχε ο πλοίαρχος Γεώργιος Παγκάρας, και τα οποία ανήκαν στην Ναυτική Αμυντική Περιοχή 3 (Ν.Α.Π./3). Οι δίοδοι των ναρκοπεδίων ελέγχονταν και προφυλάσσονταν από τις πυροβολαρχίες των Ναυτικών Οχυρών.

Η αμυντική αυτή εφαρμογή μετέτρεψε τον Σαρωνικό Κόλπο σε μια κλειστή θάλασσα. Η συνήθης διαδρομή οδηγούσε τις εκάστοτε νηοπομπές, με νότια πορεία, να διέλθουν έξωθι του ακρωτηρίου Τούρλος, προστατευόμενου από τις πυροβολαρχίες του Βόρειου Ναυτικού Οχυρού Αιγίνης, να περάσουν από την ελεγχόμενη δίοδο του ναρκοπεδίου και από εκεί να συνεχίσουν την πορεία τους προς νότο. Οι νηοπομπές, με βόρεια πορεία, περνούσαν μέσω του από την πυροβολαρχία του Ναυτικού Οχυρού Φλεβών προστατευόμενου διαύλου Βουλιαγμένης-Φλεβών και στην συνέχεια, προφυλασσόμενες από πλοία συνοδείας, κατευθύνονταν  στο φράγμα της Καβαλλιανής στον Νότιο Ευβοϊκό. Από το σημείο αυτό συνέχιζαν, μόνες τους, μέχρι το φράγμα του Βορείου Ευβοϊκού, για να συνεχίσουν και πάλι, συνοδευόμενες από πλοία προστασίας, μέχρι την Θεσσαλονίκη ή κάποιον πιο βόρειο προορισμό.

Αμέσως μετά τον Ελληνογερμανικό Πόλεμο και την κατάληψη της Ελλάδας, τον Απρίλη του 1941, από τις δυνάμεις του Άξονα, τα ναρκοπέδια των Αγίου Γεωργίου Μεθάνων-Μονής Αιγίνης, και Φλεβών-Τούρλου Αιγίνης, ενσωματώθηκαν από τον γερμανικό στρατό στο αμυντικό δίκτυο της Θαλάσσιας Προστασίας Αττικής (γερμ. Seeverteidigung Attika), και ήταν τα μόνα εν λειτουργία ναρκοπέδια στον Σαρωνικό Κόλπο μέχρι και τον Δεκέμβριο του 1942, όπου ξεκίνησε η ναρκοθέτηση του βορείου Αιγαίου Πελάγους από το ιταλικό ναρκοβόλο BARLETTA. Ταυτόχρονα τα Ναυτικά Οχυρά Σαρωνικού εντάχθηκαν και αυτά υπό την εποπτεία της ίδιας μονάδας, της οποίας πρώτος διοικητής υπήρξε ο Kapitän zur See (πλοίαρχος) Brinckmeier.

Η Αίγινα αποτελώντας την κύρια βάση της θαλάσσιας αμυντικής προστασίας Σαρωνικού, περιήλθε αυτούσια, μετά την ελληνική συνθηκολόγηση, στο γερμανικό Πολεμικό Ναυτικό, την αποκαλούμενη Kriegsmarine. Τα νησιά Αίγινα, Μήλος, Λήμνος, Λέσβος, Χίος και ένα μεγάλο τμήμα της Κρήτης, συμπεριλαμβανομένου και του Κόλπου της Σούδας, συμπεριελήφθησαν, λόγω της στρατηγικής τους σημασίας, στην γερμανική ζώνη ελέγχου. Στην Αίγινα, όπως και στη Μήλο, πραγματοποιήθηκαν οχυρωματικές επεκτάσεις. Τα Ναυτικά Οχυρά Σαρωνικού επανδρώθηκαν με δυναμικό της γερμανικής Ναυτικής Επάκτιας Πυροβολαρχίας 603, περισσότερο γνωστής ως M.A.A. 603 (γερμ. Marine-Artillerie-Abteilung 603), πρώτος διοικητής της οποίας υπήρξε ο Kapitänleutnant (υποπλοίαρχος) Immo Hopman. Η μονάδα αυτή, η οποία συντάχθηκε τον Δεκέμβρη του 1940 στο Den Helder της Ολλανδίας, αποτελείτο στην ακμή της από οκτώ ίλες (γερμ. Batterien), εκ των οποίων οι τέσσερεις επάνδρωσαν τα Ναυτικά Οχυρά Αιγίνης.

Σύμφωνα με τα γερμανικά Ημερολόγια Πολέμου η διάταξη των Ναυτικών Οχυρών Αιγίνης είχε ως εξής:

– 1η Ίλη της M.A.A. 603 στο 1ο Βόρειο Ναυτικό Οχυρό Αιγίνης (Τούρλος), εξοπλισμένη με τρία κανόνια των 150 χιλ..

– 2η Ίλη της M.A.A. 603 στο 2ο Βόρειο Ναυτικό Οχυρό Αιγίνης (Τούρλος), εξοπλισμένη με τέσσερα κανόνια των 150 χιλ. και δυο διπλά κανόνια των 305 χιλ., προερχόμενα από το ελληνικό θωρηκτό ΛΗΜΝΟΣ (πρώην U.S.S. IDAHO). Τα τελευταία αυτά κανόνια δεν τέθηκαν ποτέ σε λειτουργία.

– 3η Ίλη της M.A.A. 603 στο Νότιο Ναυτικό Οχυρό Αιγίνης (Πέρδικα), εξοπλισμένη με τέσσερα κανόνια των 88 χιλ.. Ένα τμήμα της ίλης αυτής βρισκόταν στα βορειοανατολικά του νησιού, όπου βρίσκονταν τοποθετημένα δυο κανόνια των 76 χιλ..

– 7η Ίλη της M.A.A. 603 στο ακρωτήριο Πλακάκια, εξοπλισμένη με τέσσερα κανόνια των 150 χιλ.. Η ίλη αυτή μεταφέρθηκε τον Φεβρουάριο του 1944 στον Τράχηλα της Μήλου και από εκεί τον Σεπτέμβρη του ίδιου έτους στη Σύρο.

Τα Ναυτικά Οχυρά Σαρωνικού δεν συμμετείχαν άμεσα σε ένοπλες διενέξεις, κατά την διάρκεια του Β΄ΠΠ, εκτός των πυροβολαρχιών Πέρδικας και Φλεβών, οι οποίες έβαλαν ενίοτε ενάντια στον συμμαχικό στόλο το φθινόπωρο του 1944. Μετά το τέλος του πολέμου περιήλθαν και πάλι στην δικαιοδοσία του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού στο οποίο ανήκουν μέχρι σήμερα.

Τόσο τα Ναυτικά Οχυρά Αιγίνης, όσο και τα στρατιωτικά παρατηρητήρια στη νήσο Μονή και στις τοποθεσίες Άγιος Αντώνιος και Βάρδια Κυψέλης, αποτελούν σημαντικούς ιστορικούς τόπους των οποίων η παρουσία, ιδιαίτερα των οχυρών, είναι αισθητή μέχρι σήμερα. Η ιστορική ιδιαιτερότητα των οχυρών αυτών υπογραμμίζεται από το γεγονός ότι αποτέλεσαν τα κύρια δομικά στοιχεία της ελληνικής θαλάσσιας αμυντικής προστασίας του Σαρωνικού, τόσο κατά την διάρκεια του Ελληνοïταλικού όσο και του Ελληνογερμανικού Πολέμου. Η περαιτέρω ένταξή τους  στο γερμανικό αμυντικό δίκτυο της Θαλάσσιας Προστασίας Αττικής, κατά την διάρκεια της γερμανικής Κατοχής, λειτουργεί αθροιστικά στην ιδιαιτερότητά τους,  καθιστώντας τα τόπους ιδιαίτερης ιστορικής σημασίας όχι μόνο για τους κατοίκους της Αίγινας, αλλά και για πολλούς ευρωπαϊκούς λαούς. Είναι αυτονόητο ότι η πολιτεία, και οι τοπικές αρχές, θα πρέπει απαραιτήτως να μεριμνήσουν για την διατήρηση και ανάδειξη τους σε ιστορικούς τόπους, αφενός καθιστώντας τους χώρους των οχυρών επισκέψιμους, αφετέρου προβάλλοντας την ιδιαίτερη πολιτισμική τους αξία.

Βιογραφικό σημείωμα- Curiculum Vitae

Ο Δημήτρης Γκαλών γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1958. Έζησε για ένα μεγάλο διάστημα στην Αθήνα και από το 1984 ζει μόνιμα στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Σπούδασε ιστορική Μουσικολογία, Πληροφορική, Φιλοσοφία, Βυζαντινολογία και Εθνολογία στα πανεπιστήμια της Κολωνίας, του Ντίσελντορφ και του Αμβούργου. Εργάστηκε στο εθνογραφικό μουσείο και στο πανεπιστήμιο της πόλης του Αμβούργου και από το 1994 είναι επιμελητής εκδόσεων του διεθνούς εκδοτικού οίκου Sikorski. Παράλληλα αρθρογραφεί στα ελληνικά περιοδικά Εφοπλιστής και Greek Diver, στο γερμανικό περιοδικό Zenith, καθώς και στον διαδικτυακό κόμβο ενημέρωσης www.protagon.gr.

Από το έτος 1998 ασχολείται ιδιαίτερα με την ναυτική ιστορία του παραδοσιακού ελληνικού χώρου και της Βαλτικής Θάλασσας, σαν ιστορικός ερευνητής, δύτης, φωτογράφος και αρθρογράφος. Ο Δημήτρης Γκαλών είναι μέλος του γερμανικού συνδέσμου Historisches Marinearchiv στον οποίο έχει συντάξει, στα γερμανικά, μία σε αρχειακές καταχωρήσεις στηριγμένη και τεκμηριωμένη τράπεζα δεδομένων με τον προγραμματικό τίτλο «Οι απώλειες της Ελληνικής Ναυτιλίας κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο». Είναι επίσης μέλος της ομάδας εργασίας του γερμανικού AK Krieg zur See 1914-1918, το οποίο ασχολείται συστηματικά με την ναυτική ιστορία του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ζει και εργάζεται στο Αμβούργο της Γερμανίας, είναι παντρεμένος και έχει μία κόρη.

About the author

aeginalight

Leave a Comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.