ΒΙΒΛΙΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Μωρόζ και Φερόζ

Written by aeginalight

Μια παρουσίαση του μυθιστορήματος του Γιάννη Παπαδόπουλου

Μια παρουσίαση του μυθιστορήματος  του Γιάννη Παπαδόπουλου

Διαβάζοντας το μυθιστόρημα του Γιάννη Παπαδόπουλου Μωρόζ και Φερόζ  έκανα μαζί του μια βουτιά στον σκοτεινό περιθωριακό κόσμο που τόσο έχει τροφοδοτήσει τη λογοτεχνία και το σινεμά ώστε να διαθέτει το δικό του όνομα: νουάρ. Εκεί, στις μαύρες λαγκαδιές που οριοθετούν την κόλαση και τον παράδεισο, στις φαινομενικά άγονες κοιλάδες της πόλης, όπου οι σκιές τρέφονται από μαύρο φως και σιγά σιγά το αλλάζουν από σκοτάδι σε εκρηκτικές αχτίδες ζωής.  Αυτό το φως βρήκε την οπτική μεταφορά του στις ζωγραφικές, θεατρικές και κινηματογραφικές ατμόσφαιρες των εξπρεσιονιστών. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι οι ρίζες του βρίσκονται πολύ βαθειά στο χρόνο, όχι μονάχα  στις απαρχές της ανθρώπινης έκφρασης αλλά σχεδόν σε κάθε ονειρική κατάδυση, εκφρασμένη ή άδηλη. Διότι και τα ζώα έχουν όνειρα και εφιάλτες, όπως άλλωστε μας πληροφορούν οι βιολόγοι. Το πρόβλημα των βιολόγων είναι ότι δεν μπορούν, όσο κι αν πασχίζουν, να αποκαλύψουν με απτά υλικά τις ονειρικές μορφές που ζουν μέσα σε κάθε ζωντανό πλάσμα. Η τέχνη, όμως, με ήχους, λέξεις και χρώμα έχει αυτή τη δυνατότητα, ανέκαθεν. Από την κατάδυση του Οδυσσέα στον Άδη έως το Έγκλημα και Τιμωρία και λίγο αργότερα στον οργανωμένο εξπρεσιονισμό, το νουάρ είναι μια τεχνική η οποία προσφέρεται για καταδύσεις σε κόσμους και μικρόκοσμους που άλλοτε μοιάζουν (κι άλλοτε όχι και τόσο) με το καθημερινό μας σύμπαν το οποίο θεωρούμε ως γνωστό και οικείο. Μα το νουάρ, ως  τέχνη, μας θυμίζει ότι τίποτα δεν είναι απολύτως γνωστό και οικείο. Τίποτα δεν είναι αθώο.

Οι τεχνικές του νουάρ προσφέρουν στον καλλιτέχνη ασφαλή εργαλεία να πλάσσει τα υλικά του έτσι που να μπορεί να αυτοσχεδιάσει με βάση έναν γλωσσικό κώδικα που θυμίζει αυτούς τους αυτοσχεδιασμούς της τζαζ που με σιγουριά μας οδηγούν σε επικίνδυνους τόπους. Κι είναι ο ίλιγγος και ο φόβος που τροφοδοτούν το παιχνίδι της συμμετοχής μας με καθαρή απόλαυση, ακόμη κι αν δεν μπορούμε να επεξεργαστούμε, ως αναγνώστες, λογικά κάθε φαινόμενο. Όπως στα όνειρά μας. Η μεγάλη δύναμη του νουάρ, ωστόσο,  βρίσκεται στο ότι βρίθει από κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές αναφορές. Με τη χρήση αφηγηματικών και αισθητικών στερεοτύπων πασχίζει να αποκαλύψει την αληθινή, σκοτεινή φύση κάθε κοινωνικού στερεοτύπου με τρόπο εκ διαμέτρου αντίθετο και πολύ πιο αποτελεσματικό από αυτόν του σοσιαλιστικού ρεαλισμού και του ρεπορτάζ. Γι’ αυτόν τον λόγο δεν έτυχε ουδεμίας ευδοκίμησης στη Σοβιετική Ένωση, την χιτλερική Γερμανία και τις άλλες χώρες όπου η λογοκρισία του κόμματος ήταν απόλυτη: η διαφθορά της εξουσίας είναι βασικό θέμα για κάθε νουάρ αφήγηση κι αυτό απαιτεί στοιχειώδη ελευθερία προκειμένου να αποκαλυφθεί.

Απολύτως συνεπές με τις αρχές που διέπουν μια νοητική και αισθητική κατάδυση στη σκοτεινή περιοχή της ύπαρξης είναι και το μυθιστόρημα Μωρόζ και Φερόζ  του Γιάννη Παπαδόπουλου. Η βασική ιστορία είναι απλή: ένας “παράξενος ταξιδιώτης”, απαλλαγμένος από τις μνήμες της δικής του βίαιης προϊστορίας λόγω ενός ατυχήματος που του προκάλεσε ολική αμνησία, ο Μωρόζ, βρίσκεται, χωρίς να ξέρει πώς, σε μια μικρή πόλη και συναντιέται τυχαία με μια νεαρή αφρικανή πόρνη, την Φερόζ. Θύμα της πιο βάρβαρης εκμετάλλευσης η ίδια, η Φερόζ συγκινείται από την τρωτότητά του – ένα χαμένο πλάσμα, χωρίς παρελθόν, χωρίς αποκούμπια, που πλανιέται στους γεμάτους κινδύνους δρόμους της πόλης, αθώος κι ανύποπτος σαν μικρό παιδί. Τον παίρνει υπό την προστασία της, Δένονται – και ερωτικά – οι δυο τους, πράγμα που τους φέρνει αντιμέτωπους με όλο τον μικρόκοσμο της Φερόζ: την τρανσέξουαλ  νταβατζή και την παράδοξη  συμμορία της, πρόσωπα που θα μπορούσαν να μοιάζουν οικεία στον Μωρόζ, ο φυσικός του περίγυρος στο παρελθόν, μα τώρα, μέσα στην αγνότητα του κενού από μνήμες μυαλού του τα βλέπει σαν ό,τι ακριβώς είναι: γκροτέσκα βαμπίρ, που τρέφονται από τον πόνο και την εξαθλίωση των θυμάτων τους. Το τέλος είναι δραματικό και απελευθ-ερωτικό, όπως κάθε δραματικό τέλος. Το παράδοξο ζευγάρι κάνει τη δική του ηρωική έξοδο στην ελευθερία, με συνοδοιπόρο σ’ αυτό το χωρίς δίχτυ ασφαλείας σάλτο μορτάλε τον διώκτη του Μωρόζ, που τον κυνηγάει να τον σκοτώσει για ένα από τα πολλά εγκλήματα που βαρύνουν και τον ίδιο στην προ αμνησίας ζωή του.

Ένα άλλο πρόσωπο του τραγικού “θιάσου” που βρίσκει ξαφνικά το δρόμο προς τη δική του ελευθερία, μένοντας ωστόσο στη ζωή, είναι ο μικρός Άγγελος, ο δεκάχρονος αδερφός της τρανσέξουαλ, ο οποίος βρίσκεται ξαφνικα απαλλαγμένος από τον αρρωστημένο εγκλωβισμό του σ’ αυτό το θέατρο του παραλόγου.

Η ελευθερία είναι η βασική ιδέα που βρίσκεται στον πυρήνα της αφήγησης. Η ανάγκη για ελευθερία. Η ζωή χωρίς αυτήν. Ο αγώνας της ίδιας της ελευθερίας  να ξεφύγει από το κλουβί της. Διαβάζοντας το Μωρόζ και Φερόζ  παρακολουθούμε αλλά και συμμετέχουμε σε  μια σειρά από διαδικασίες απελευθέρωσης. Την πορεία των ηρώων προς έναν άλλον κόσμο, περισσότερο απλό, κατανοητό, υγιή. Μονάχα που ο κόσμος αυτός δεν αφορά όλους. Υπάρχει το φως υπάρχει και το σκοτάδι. Μανιχαϊσμός ή όχι, αυτή είναι η απλούστερη και ίσως η πιο αποτελεσματική προσέγγιση σ’ έναν κόσμο όπου τα τέρατα κυριαρχούν με κάθε τρόπο και οι άνθρωποι υποφέρουν και ενίοτε αγωνίζονται να τους ξεφύγουν.

Ο λόγος του Γιάννη Παπαδόπουλου είναι, όπως και τα υλικά του, χτισμένος λιτά, με βάση το ελάχιστο. Αυτό συμβαίνει για να δημιουργήσει την ανάγκη για το περισσότερο. Και να ενεργοποιήσει τη φαντασία μας σ’ ένα παιχνίδι συμμετοχής. Αναγκάζει τον αναγνώστη να αναζητήσει και να προσθέσει περισσότερη ζωή σ’ έναν άδικο κόσμο, όπου η ζωή των πλασμάτων του όλο και λιγοστεύει.  Αρχικά αναρωτιέται κανείς προς τι αυτή η λιτότητα. Στην πορεία όμως η απορία σβήνει και παίρνει τη θέση της η απόλαυση ενός κειμένου γραμμένου πάνω σ’ έναν ρυθμό με ελάχιστα, αλλά πολύ αυστηρά,  μέτρα. Ο συγγραφέας επιλέγει αυτόν τον τρόπο όπως ένα σκηνοθέτης θα επέλεγε την μαυρόασπρη εικόνα η οποία όμως  μπορεί, πιο αποτελεσματικά από την έγχρωμη, να αποκαλύψει. Τι; Μα, τις βασικές γεωμετρικές σχέσεις μεταξύ του σκηνικού χώρου, των προσώπων, της δράσης. Η αφαίρεση, στην αφήγηση του Γιάννη Παπαδόπουλου, χρησιμεύει επίσης και ως ένα σύνθετο εργαλείο για λεπτούς χειρισμούς του ναρκισσισμού ο οποίος  είναι απαραίτητος σε κάθε καλλιτεχνική έκφραση γενικά αλλά και ειδικά, διάχυτος στο Μωρόζ και Φερόζ. Εδώ ο ναρκισσισμός χαρακτηρίζει καθένα από τα πρόσωπα του έργου. Μόνο, που, κατά τον συγγραφέα, αυτή η λατρεία του εαυτού μας  πρέπει να ξεπεραστεί όπως ένα εμπόδιο στην απελευθέρωσή μας.

Θα μου πείτε: πόσο αληθινοί μπορεί να είναι ήρωες όπως μπάτσοι,  πόρνες, μπράβοι, τρανσέξουαλ και νταβατζήδες; Το πρόβλημα υπάρχει σ’ εκείνες τις περιπτώσεις  όπου αυτές οι φιγούρες παραμένουν καρικατούρες, επειδή οι συγγραφείς ιστοριών ή οι σεναριογράφοι τούς γνωρίζουν αποκλειστικά μέσω των βιβλίων ή των φιλμς. Στο Μωρόζ και Φερόζ αυτό δεν ισχύει, παρά την συνειδητή αισθητική αναφορά στα φιλμς του Ταραντίνο. Τα πρόσωπα του μύθου είναι αυτό που λέμε ζωντανά. Αποδίδονται με λιτότητα και ευαισθησία που προέρχονται όχι μόνον από την παρατήρηση αλλά και από την βαθιά κατανόηση του συγγραφέα για τις μαύρες τρύπες της ανθρώπινης ύπαρξης. Σε κάθε άλλη περίπτωση, το αποτέλεσμα θα ήταν ρηχό και, όπως συμβαίνει συχνά στα ελληνικά νουάρ έργα, αστείο.

Κοφτοί διάλογοι, στακάτος  ρυθμός. Σαρκαστικό χιούμορ, σχηματοποίηση των προσώπων με βάση τις έννοιες που εκφράζει το καθένα, ρεαλισμός ως προς την αποκάλυψη και όχι ως προς την επιφάνεια, είναι τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της φαινομενικά απαισιόδοξης αλλά, εν τέλει, απελευθερωτικής αφήγησης. Απελευθερωτική και για έναν επιπλέον λόγο: το βιβλίο Μωρόζ και Φερόζ διατίθεται ελεύθερα και δωρεάν, σε ψηφιακή σελιδοποίηση PDF,  μέσω διαδικτύου και μπορείτε να το απολαύσετε, με την άνεσή σας, εδώ: http://www.otemporakiomores.gr/

Αίγινα, 29-1-2015

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΟΥΖΙΩΤΗΣ

About the author

aeginalight

Leave a Comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.