της Άννας Ρόδη
«Η Αίγινα για μένα είναι το πιο ωραίο νησί. Στη Βαγία πέρασα τα πιο όμορφα καλοκαίρια μου…
Το χωριό είχε όλα κι όλα έξι σπίτια, μποστάνια, μουριές μαγκανοπήγαδα και συκιές.[1]
Πέρασαν ήδη δέκα ολόκληρα χρόνια από τον θάνατο της Ζωρζ Σαρή και αποφάσισα να τη θυμίσω και πάλι στους συμπατριώτες μας και γενικά στους αναγνώστες του Aegina’s Light.
Η Ζωρζ Σαρή (Γεωργία Σαριβαξεβάνη) γεννήθηκε το 1925 στην Αθήνα και απεβίωσε επίσης στην Αθήνα στις 9 Ιουνίου 2012. Ο πατέρας της, που καταγόταν από τις Κυδωνιές (Αϊβαλί) της Μικράς Ασίας, ονομαζόταν Σωκράτης Σαριβαξεβάνης και ήταν οικονομολόγος. Η μητέρα της ονομαζόταν Ορτάνς τ’ Ερνεβίλ και ήταν Γαλλίδα, γόνος πλούσιας οικογένειας από το νησάκι Σαιν Λουί της Σενεγάλης. Το ζευγάρι απέκτησε τρεις κόρες, τη Νινέτ τη Ρενέ και τη Ζωρζ. Αλλά λεπτομέρειες πολλές για τη ζωή και το έργο της μπορεί να αναζητήσει και να βρει κανείς σε διάφορες πηγές.
Σε αυτό το σύντομο κείμενο εγώ θα προσπαθήσω να φωτίσω κάποια σημεία που έχουν να κάνουν με τη σχέση της συγγραφέως με τη Βαγία και με την Αίγινα γενικότερα. Οι Σαριβαξεβάνηδες έρχονταν με τη «μπενζίνα» από το λιμάνι του Πειραιά στη Σουβάλα κι εκεί τους περίμεναν οι Βαγιώτες με γαϊδουράκια και τους οδηγούσαν στο μικρό χωριό των 6 νοικοκυριών και στο σπίτι της κυρα – Λένης Χαλδαίου, όπου νοίκιαζαν δωμάτιο.
Η κυρα – Λένη ήταν χήρα με «τέσσερα παιδιά και τρεις θυγατέρες»[2]. Τα αγόρια της ήταν ο Νίκος, που ασχολιόταν με τα περιβόλια και έπαιζε τον ρόλο του αρχηγού της οικογένειας στη θέση του πεθαμένου πατέρα, ο Γιώργης και οι «μπινιάρηδες[3]», Παναγιώτης, που ήταν καλός μαθητής και ονειρευόταν να γίνει δάσκαλος, και Σώζος, που δεν έπαιρνε τα γράμματα, έψελνε όλη την ώρα και αγαπούσε πολύ τη γη, ενώ τα κορίτσια Ιουλία, Φωτεινή και Βαγγελιώ είχαν το καθένα τα δικά του ιδιαίτερα χαρίσματα. Γρήγορα τα παιδιά των δυο οικογενειών, που ανήκαν σε τόσο διαφορετικούς κόσμους, έγιναν μια παρέα και οι περιπέτειές τους αποτυπώθηκαν αργότερα στα υπέροχα και απίστευτα αιγινήτικα «Στενά παπούτσια». Αν και στο βιβλίο της αναφέρεται στα καλοκαίρια του 1934 και κυρίως του 1935, η οικογένεια πέρασε τρία ίσως και τέσσερα καλοκαίρια στη Βαγία.
Στην παρέα δεν άργησαν να προστεθούν κι άλλα παιδιά του χωριού. Ανάμεσά τους ήταν ο Τζούβας[4] (Παναγιώτης Χαλδαίος) με την όμορφη αδελφή του Λέλα, κάμποσα από τα παιδιά των αδελφών Σολωμού, όπως ο Νίκος, ο επονομαζόμενος «χοντρός», οι δύο Θοδωρήδες, η Σταματίνα κ.ά. .[5] Δυο όμως μικρά κοριτσάκια έπαιξαν σημαντικό ρόλο τόσο στο βιβλίο όσο και στη μετέπειτα ζωή της Ζωρζ. Αυτά ήταν η Ελένη και η Σοφία (υπήρχε και ο Σάββας αλλά ήταν μωρό) της ξεριζωμένης από τον τόπο της και παιδεμένης από τις δυσκολίες της ζωής Σημέλας.
Η Βαγία φάνταζε στα μάτια του μικρού κοριτσιού ως ένας μαγικός κόσμος γεμάτος συκιές, αμπέλια, ελιές, περιβόλια, αγρολούλουδα και κακαγιάννηδες αλλά και μυστηριώδη μέρη που άλλα ήταν ιδανικά για κρυψώνες, όπως η Κουρσοσπηλιά, ο λόφος του Προφήτη Ηλία, η Λήμνος (ή αλλιώς Λημνονάρι) με τον μοναδικό της φοίνικα και άλλα κατάλληλα για εξερεύνηση, όπως η Νησίδα (νησάκι) και το ερειπωμένο τρομακτικό σπίτι του… «αταγιάντιχτου»[6] βρικόλακα Καλούδη.
Ο Ναός της Αφαίας δέσποζε στον Κοταρίνο[7] και η «Ανεμώνη», ένα μικρό πλεούμενο της εποχής, έριχνε άγκυρα στ’ ανοιχτά κι έφερνε μαζί της τους τουρίστες, που οι ντόπιοι τους αποκαλούσαν «λόρδους». Τα παιδιά μετέφεραν τους πιο μεγάλους σε ηλικία και τους πιο βραδυκίνητους στον επιβλητικό δωρικό ναό με τα γαϊδουράκια. Άλλο που δεν ήθελε η σκανταλιάρα μικρή να μπερδευτεί στα… πόδια της ξενόφερτης ομάδας και να συμμετάσχει ενεργά σε μια τέτοια εξόρμηση!
Στην παιδική της φαντασία ήρθαν και κατοίκησαν «Κολοτσέντες», «Βορδόλακες»[8], προλήψεις και δεισιδαιμονίες πράγματα που ο ορθολογικός τρόπος με τον οποίο είχε ανατραφεί δεν την οδηγούσε στο να τα φοβάται. Έτσι φιγούρες, όπως εκείνη της μάγισσας – γιάτρισσας και μαμής Τεβεκέλαινας με τα ξόρκια και τα μαντζούνια της, την εντυπωσίασε χωρίς να της δημιουργήσει κάποιο παιδικό τραύμα. Άλλωστε ήταν τόσο παραμυθικών διαστάσεων οι φόβοι τότε που ξεχνιούνταν εύκολα από ένα πανηγύρι γεμάτο μικρά θαύματα όπως εκείνο του Σωτήρα στις 6 Αυγούστου, τις εικόνες του καθημερινού μόχθου των ανθρώπων, το ατέλειωτο παιχνίδι και τις βουτιές με σύμμαχο τον βασιλιά ήλιο.
Η μικρή Ζωρζ μαζί με τα κοχύλια που μάζευε από την πότε ζαφειρένια και πότε σμαραγδένια θάλασσα και την ακρογιαλιά της Βαγίας συγκέντρωνε και επεξεργαζόταν εμπειρίες από τα πρόσωπα, τη φύση και τις συνήθειες του τόπου. Με το πολύτιμο αυτό πρωτογενές υλικό μπόρεσε, όταν ήρθε ο καιρός, να συνθέσει με την ευγένεια και ευαισθησία της τα αληθινά της παραμύθια που συγκινούν ακόμη και σήμερα μικρούς και μεγάλους αναγνώστες.
Ωστόσο «Τα στενά παπούτσια» δεν ήταν η πρώτη της απόπειρα συγγραφής. Η παρθενική και πολύ πετυχημένη εμφάνιση της στον χώρο των γραμμάτων πραγματοποιήθηκε το 1969 με ένα βιβλίο όχι αυτοβιογραφικό που όμως κι αυτό ήταν εμπνευσμένο από την Αίγινα και δεν είναι άλλο από το «Ο θησαυρός της Βαγίας», που αγαπήθηκε πολύ από το αναγνωστικό κοινό και έγινε τηλεοπτική σειρά. Έχει σημασία να ειπωθεί ότι η συγγραφή του οφείλεται σ’ ένα παιχνίδι που επινόησε με σκοπό να απασχολήσει τα παιδιά της για να μη βαρεθούν στις θερινές διακοπές τους και πάλι στην αγαπημένη της Αίγινα. Είχε, όπως αποδείχτηκε, βαθιά γνώση της παιδικής ψυχοσύνθεσης, αφού επέλεξε το παιχνίδι του κρυμμένου θησαυρού, που είναι ό,τι καλύτερο για να εξάψει κανείς το ενδιαφέρον και τη φαντασία των παιδιών.
Αν και πρόκειται για μυθοπλασία που αναφέρεται στη γερμανική κατοχή και στα χρόνια μετά απ’ αυτήν, η αφήγηση περνάει μέσα από την ιστορία της Αίγινας, αγγίζοντας με τρυφερότητα και σεβασμό και αναδεικνύοντας τα μνημεία της (Κολώνα, Ελλάνιον Όρος, Αφαία, Παλιαχώρα). Το βασικότερο όμως είναι ότι, πέρα από την αναζήτηση των 203 λιρών μέσα από κώδικες και σύμβολα, ο πραγματικός θησαυρός είναι ένα ηχηρό αντιπολεμικό μήνυμα που καταλύει το μίσος και την εμπάθεια. Μια τέτοια «Ιθάκη» αξίζει στα παιδιά μετά από ένα αληθινά συναρπαστικό ταξίδι «γεμάτο περιπέτειες γεμάτο γνώσεις[9]».
Εικ. 2: Η εγγονή της κυρα – Λένης Χαλδαίου Ελένη Κονδυλίδου, η Ζωρζ Σαρή σε μεγάλη ηλικία, η κόρη της κυρα – Λένης Βαγγελιώ και η άλλη εγγονή της Ιουλία Χαρπίδου στο σπίτι της τελευταίας στη Βαγία
Η αείμνηστη συγγραφέας δεν ήταν ένας κομήτης που απλά ήρθε στον τόπο μας χωρίς να αντιληφθεί και να νιώσει τον σφυγμό του κι έφυγε, για να συνεχίσει τη ζωή της. Αντίθετα απέκτησε βαθιές αιγινήτικες ρίζες. Δεν σταμάτησε ποτέ να επισκέπτεται και να αγαπά την Αίγινα, τη Βαγία και τους Χαλδαίους της (βλ. και φωτογραφίες). Η αγάπη της αυτή γίνεται φανερή και σε άλλα βιβλία της, όπως για παράδειγμα «Το Ψέμα» που αποτελεί κατά κάποιο τρόπο μια συνέχεια «του Θησαυρού της Βαγίας», αφού οι ήρωές του είναι τα ίδια παιδιά που μαζί με κάποια άλλα πρόσωπα, ψάχνουν και ανακαλύπτουν νέους θησαυρούς, όπως η φιλία και ο αλληλοσεβασμός. Το νησί έρχεται στις σελίδες και αυτού του βιβλίου, ως νοσταλγία και ανάμνηση του προηγούμενου περιπετειώδους καλοκαιριού και ως αναμονή ενός επόμενου, ακόμα περισσότερα υποσχόμενου, παρέα με τους καινούριους φίλους στο ξενοδοχείο Μούντι Μπέι. Ακόμα και από τις σελίδες του βιβλίου της «Κρίμα κι άδικο» με εντελώς άσχετο θέμα ξεπηδά ένας παπα – Νεκτάριος, μετανάστης από την Αίγινα στην Ουτρέχτη της Ολλανδίας.
Η Ζωρζ Σαρή έζησε πόλεμο, Κατοχή και πείνα, Αντίσταση εμφύλιο, μετεμφυλιακά χρόνια αλλά και τη Χούντα των Συνταγματαρχών. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι υπέστη ύπουλο και ανελέητο κυνήγι από τους Χίτες για την ιδεολογία και τον αντιναζιστικό της αγώνα με αποτέλεσμα να κινδυνέψει σοβαρά η ζωή της. Φαίνεται όμως ότι κράτησε μέσα της καλά φυλαγμένο το αλάτι της ζωής που δεν είναι άλλο από τις όμορφες παιδικές της αναμνήσεις. Αυτές μαζί με τις εμπειρίες που προανέφερα μετουσιώθηκαν σε πλούσιο συγγραφικό έργο. Μέσα απ’ την ψύχραιμη ματιά της, τη νηφάλια πένα της και το παιδί που πάντα έκρυβε μέσα της κέρδισε και κερδίζει ακόμη και σήμερα ένα πολύ απαιτητικό κοινό, τα παιδιά και τους εφήβους. Θεωρώ λοιπόν ότι αξίζει να τους τη γνωρίσουμε. Εμείς οι Αιγινήτες/-ισσες έχουμε μάλιστα έναν λόγο παραπάνω, αφού τίμησε και αγάπησε το νησί μας όσο λίγοι.
Εικ. 3: Η Φωτεινή Χαλδαίου – Χαρπίδου με την εγγονή της Κατερίνα στην αγκαλιά, ο Παναγιώτης, η Ζωρζ, η Ιουλία Χαρπίδου, η Βαγγελιώ, η Ρενέ και ο Σώζος
Τέλος, κατά τη γνώμη μου θα ήταν καλό και οι αρμόδιοι του τόπου να τιμήσουν με τη σειρά τους έστω και ετεροχρονισμένα την υπέροχη αυτή γυναίκα για το ήθος και την πνευματική της προσφορά, αναδεικνύοντας την ιδιαίτερη προσωπικότητά της και τη σχέση της με την Αίγινα.
Πηγές
Σαρή Ζωρζ, Το ψέμα, εκδ. Κέδρος, Αθήνα 1974.
Σαρή Ζωρζ, Τα στενά παπούτσια, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 1992.
Σαρή Ζωρζ, Κρίμα κι άδικο, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 1996.
Σαρή Ζωρζ, Ο θησαυρός της Βαγίας, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2011.
Γενικές σημειώσεις:
- Για περισσότερες πληροφορίες, εικόνες και λεπτομέρειες διαβάστε το κείμενό μου: Η Ζωρζ Σαρή και η Αίγινα – Αναζητώντας το… «Θησαυρό της Βαγίας» με… «Στενά παπούτσια», περιοδική πολιτιστική έκδοση «Η Αιγιναία», τ. 23, Αίγινα, Ιούλιος – Δεκέμβριος 2012, σ. 116 – 131.
- Οι εικόνες προέρχονται από το φωτογραφικό αρχείο της κ. Ιουλίας Χαρπίδου και την ευχαριστώ πολύ για την ευγενική της παραχώρηση.
[1] Σαρή Ζωρζ, Ο θησαυρός της Βαγίας, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2011, σ. 13 – 14.
[2] Έτσι έλεγε η ίδια, όταν μιλούσε για τα παιδιά της, όπως άλλωστε και η συντριπτική πλειοψηφία των παλαιών, βλ. στο Σαρή Ζωρζ, Τα στενά παπούτσια, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 1992, σ. 45.
[3] Μπινιάρηδες έλεγαν παλιά τους διδύμους.
[4] Τα παρατσούκλια δίνουν και παίρνουν ακόμη και σήμερα στο νησί.
[5] Βλ. Σαρή Ζωρζ, Τα στενά παπούτσια, ό.π., σ. 71.
[6] Αυτός που δεν αντέχεται, βλ. Σαρή Ζωρζ, ό.π., σ. 78.
[7] Αυτό ήταν το ξεχασμένο πια όνομα του λόφου πάνω στον οποίο χτίστηκε ο ναός.
[8] Καλικάντζαροι και βρικόλακες.
[9] Στίχος από το ποίημα «Ιθάκη» του Κων/νου Καβάφη από τη Νεοελληνική Ποιητική Ανθολογία Παπύρου, Εκδ. Οργανισμός Πάπυρος, Αθήνα 1995, σ. 146 – 147.
Εικ. εξωφύλλου: Η Ζωρζ Σαρή με τον αγαπημένο της φίλο Παναγιώτη Χαλδαίο και την αδελφή του Βαγγελιώ με φόντο τη θάλασσα της Βαγίας
Σχετική αρθρογραφία στο Aegina Light το 2012: «Η Ζωρζ Σαρή της Βαγίας»
[…] Ευχαριστούμε: https://aeginalight.gr […]