11 Νοεμβρίου 2015, μια αλλόκοτη γιορτή
Η τελευταία που γιορτάσαμε μαζί
Ευχές, δώρα, κεράσματα, λίγοι φίλοι
όσοι άντεχαν να σε βλέπουν χαρούμενη
όσοι άντεχαν να σε βλέπουν χαρούμενη
Σε ένα λευκό δωμάτιο με χαμογελαστές νοσοκόμες
και ξύλινους γιατρούς
και ξύλινους γιατρούς
Ένα δωμάτιο γεμάτο ψέμα κι η αλήθεια σκότωνε στο διάδρομο
Εκείνον το διάδρομο που δεν περπάτησες ποτέ
Γελούσες, κι έλαμπες, λες και σου ταίριαζε ο πόνος
ή κορόιδευες τον θάνατο
ή κορόιδευες τον θάνατο
Και εμείς κοροϊδεύαμε εσένα, εμάς ή τη μοίρα;
Τη μοίρα που σου έκρυψαν, εκείνοι που τη χάραξαν
Την έμαθες όταν έπρεπε. Έπρεπε, για ποιον;
Το γιορτάσαμε κι αυτό, χωρίς γέλια, χωρίς φίλους
τσουγκρίσαμε, ήπιαμε κι έφυγες
τσουγκρίσαμε, ήπιαμε κι έφυγες
11 Νοεμβρίου 2016.
Είσαι εδώ, αλλά λείπεις
Γιορτάζεις άραγε εκεί;
Γιορτάζεις άραγε εκεί;
Δε ξέρω καν πού είσαι
Δε ξέρω αν έχεις όνομα, αν σε φωνάζουν, αν ακούς
αν υπάρχει χρόνος, φως ή σκοτάδι
αν έχεις φίλους, αν χαίρεσαι, αν ξέχασες
Θα γιορτάζαμε σήμερα εδώ
Τι θέλεις; να γιορτάσουμε πάλι;
Να κοροϊδέψουμε ποιον;
Κάποιοι γιορτάζουν ένα χρόνο τώρα
Ως πότε; μέχρι μια άλλη αλλόκοτη γιορτή;
Να είσαι εκεί τότε, να γιορτάσετε μαζί
Αίγινα, 11 Νοεμβρίου 2016







