ΧΩΡΙΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

Ο Άγιος Γεώργιος ο «Καθολικός» στην Παλιαχώρα

Written by aeginalight

23 Απριλίου σήμερα και η ορθόδοξη Εκκλησία τιμά στο αγιολόγιό της τη μνήμη του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, ενός από τους δημοφιλέστερους αγίους. Ο άγιος Γεώργιος γεννήθηκε μεταξύ των ετών 275-285 στην ευρύτερη περιοχή της Αρμενίας από τον συγκλητικό Γερόντιο, με καταγωγή από την Καππαδοκία, και την Πολυχρονία,. Μετά τον θάνατο του Γεροντίου η μητέρα του Πολυχρονία εγκαταστάθηκε με τον Γεώργιο στη Λύδδα της Παλαιστίνης, από όπου και καταγόταν. Σε νεαρή ηλικία κατατάχθηκε στον ρωμαϊκό στρατό καταλαμβάνοντας το αξίωμα του τριβούνου και επί Διοκλητιανού κατάλαβε το αξίωμα του Δούκα, με τον τίτλο του κόμητα στο τάγμα των Ανικιώρων της αυτοκρατορικής φρουράς.

Με την έναρξη του διωγμού των χριστιανών επί Διοκλητιανού το 303, ο Γεώργιος δεν δίστασε να ομολογήσει τη χριστιανική πίστη του. Αρχικά, ο αυτοκράτορας θέλησε να τον δελεάσει με πλούτη και τιμές -τον αγαπούσε ως έναν από τους ικανότερους αξιωματούχους του. Όμως, μετά την άρνηση του Γεωργίου να απαρνηθεί τον Χριστό, ο Διοκλητιανός τον υπέβαλλε σε φρικτά βασανιστήρια. Τελικά, ο Γεώργιος μαρτύρησε δι’ αποκεφαλισμού την Παρασκευή 23 Απριλίου του 303. Η μνήμη του, εάν συμπίπτει πριν από την Κυριακή του Πάσχα, μετατίθεται πάντα την εβδομάδα της Διακαινησίμου, λόγω της σπουδαιότητάς του και της αγάπης που τρέφουν οι πιστοί προς το πρόσωπό του.

Σήμερα πανηγυρίζει και το εκκλησάκι του Αγίου Γεωργίου του «Καθολικού». Ο μικρός ναός του Αγίου Γεωργίου βρίσκεται στη μεσαιωνική πρωτεύουσα του νησιού μας, την Παλιαχώρα, όπου φιλοξενήθηκαν οι Αιγινήτες από τον 9ο έως και τις αρχές του 19ου αιώνα. Αρχικά, ονομαζόταν Παναγία η Φορίτισσα, εξαιτίας της θέσης του ναού στην κεντρική πλατεία- αγορά της μεσαιωνικής πολιτείας (forum= αγορά) και πανηγύριζε στα Εισόδια της Θεοτόκου, εξ ου και Μεσοσπορίτισσα. Μάλιστα, ήταν ο πρώτος μητροπολιτικός ναός της Παλιαχώρας, πριν την οικοδόμηση του ναού της Επισκοπής.

Ο Άγιος Γεώργιος ανήκει στους λιγοστούς ναούς της Παλιαχώρας που χρονολογούνται προ του 1450, καθώς, αφενός οι αλλεπάλληλες αλλαγές κατακτητών του νησιού και, αφετέρου, η καταστροφή του οικισμού το 1537 από τον πειρατή Χ. Μπαρμπαρόσα, αλλοίωσαν κατά πολύ την αρχική μορφή της.

Η αρχική φάση οικοδόμησης του ναού τοποθετείται στα τέλη του 13ου αιώνα ή το αργότερο στις αρχές του 14ου. Κομβικό σημείο για την ιστορία του αποτελεί η μεταφορά της κάρας του Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου από τη Λιβαδειά και η στέγασή της στον ναό το 1393. Έκτοτε ο ναός εορτάζεται στη μνήμη του Αγίου Γεωργίου. Την επονομασία «Καθολικός» λαμβάνει εξαιτίας της μετατροπής του σε ρωμαιοκαθολικό ναό κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας.

Η μοναδική ιστορική μαρτυρία που συναντάται στον ναό είναι η λατινική επιγραφή, που βρίσκεται σήμερα στον δυτικό τοίχο, πάνω από τη θύρα του ναού. Η αρχική θέση της κατά πάσα πιθανότητα δεν ήταν αυτή. Η επιγραφή αυτή, μεταφρασμένη στα ελληνικά, αναφέρει:

«Στον καιρό του ενδοξότατου αυθέντη κυρίου Αντόνιο Μπάρμπαρο, αξιότατου συμβούλου του Ναυπλίου της Ρωμανίας, Ημέρα Πρώτη Απριλίου 1533».

Η μαρτυρία αυτή δεν συνδέεται με την ανοικοδόμηση ή με κάποια ανακαίνιση του ναού, αλλά με την απλή επίσκεψη του Βενετού αξιωματούχου στο νησί, κατά τη διάρκεια της Α’ Βενετοκρατίας της Αίγινας (1451-1540).

Ο ναός βρισκόταν σε άσχημη κατάσταση έως και τα τέλη του 20ου αιώνα. Κατά τη δεκαετία του 1990 ξεκίνησε προσπάθεια ανακαίνισής του, η οποία ολοκληρώθηκε στα τέλη της ίδιας δεκαετίας. Τον Απρίλιο του 2001 έλαβαν χώρα τα θυρανοίξια του ανακαινισμένου ναού.

Ο Άγιος Γεώργιος αποτελεί δείγμα ναού που δεν συναντούμε συχνά στην ορθόδοξη ναοδομία. Πρόκειται για μονόχωρο δρομικό ναό με ιδιόρρυθμη διαρρύθμιση, καθώς οι δύο μακρείς τοίχοι του έχουν προσανατολισμό τα ανατολικά και δυτικά, ενώ το ιερό βήμα τίθεται εγκάρσια σ τον άξονα του ναού, στη ΒΑ γωνία του. Η τοιχοδομία του ναού αποτελείται κατά βάσιν από αργολιθοδομή, με σποραδική χρήση λιθοπλίνθων στις γωνίες. Στις εσωτερικές καμάρες και τόξα χρησιμοποιούνται πώρινοι θολίτες και στα πλαίσια των παραθύρων και της εισόδου γίνεται χρήση πώρινων πλαισίων.

Ο ναός είναι καμαροσκεπής, στεγαζόμενος εσωτερικά με ελαφρώς οξυκόρυφη καμάρα, με δύο ενδιάμεσα ανακουφιστικά τόξα. Εξωτερικά, μέχρι το 2000, καλυπτόταν από κακής ποιότητας μονωτικό υλικό- τσιμέντο, που δημιουργούσε υγρασία στο εσωτερικό. Κατά την αναστήλωση, το παλιό στρώμα τσιμέντου αφαιρέθηκε και η στέγη καλύφθηκε από  ασβεστολιθικές πλάκες, με πρότυπο άλλους ναούς της Παλιαχώρας, οι οποίοι σώζονται στεγασμένοι με τέτοιες.

Εσωτερικά του ναού, στον ανατολικό και δυτικό τοίχο υπάρχουν έξι τυφλά τόξα, ανά τρία σε καθένα τοίχο. Στο βόρειο τόξο του ανατολικού τοίχου σχηματίζεται η κόγχη του ιερού, σχεδόν λαξευμένη στον βράχο που αγκαλιάζει οριακά τον ανατολικό τοίχο. Μπροστά από τη κόγχη σχηματίζεται το κτιστό τέμπλο σε μορφή Γ. Έχει δύο πλευρές, τη δυτική και τη νότια. Η δυτική τίθεται εγκάρσια στον άξονα του ναού, ενώ η νότια αποτελεί την πρόσοψή του. Σε αυτήν ανοίγονται δύο αψιδωτές, ελαφρώς οξυκόρυφες είσοδοι, η Ωραία Πύλη στο κέντρο και μια πλευρική θύρα στα αριστερά της. Επίσης, σχηματίζονται τρία τυφλά αψιδώματα, όπου σώζονται σε κακή κατάσταση ζωγραφισμένες οι δεσποτικές εικόνες του τέμπλου. Στο μέσον του ιερού βρίσκεται κτισμένη η Αγία Τράπεζα, αποτελούμενη από μαρμάρινο υλικό σε δεύτερη χρήση και έχει ορθογώνιο σχήμα. Στον βόρειο τοίχο, εντός του ιερού, ανοίγεται η κόγχη της προθέσεως.

 

 

Το δάπεδο του ναού αποτελείται από σχετικά μεγάλες, ακανόνιστες ασβεστολιθικές πέτρες. Ο ναός, εκτός από το άνοιγμα της εισόδου στο νότιο τόξο του δυτικού τοίχου φωτίζεται και από άλλα τέσσερα ανοίγματα, τρία στον δυτικό και ένα στον νότιο τοίχο. Το καμπαναριό και η επιγραφή πάνω από την είσοδο αποτελούν μεταγενέστερες προσθήκες. Το καμπαναριό είναι μικρό και μονόλωβο, διακόπτει απότομα το γείσο που περιτρέχει ολόκληρο τον ναό κάτω από τη στέγη και έχει εμφανή διαφορετική δόμηση.

Ο ναός, αν και χρονολογείται στον 13ο αιώνα, δεν κοσμείται από τοιχογραφίες προγενέστερες του 17ου αιώνα, οι οποίες σώζονται εντελώς αποσπασματικά στον βόρειο τοίχο, στα μέσα του δυτικού και του ανατολικού τοίχου, στις κόγχες της αψίδας του ιερού και της προθέσεως και στο τέμπλο.

Ο εικονογραφικός διάκοσμος του ναού χωρίζεται σε τρεις φάσεις. Η πρώτη ανάγεται λίγο πριν τις αρχές του 17ου αιώνα. Ίχνη αυτής της φάσης βρίσκουμε στον βόρειο τοίχο του ναού. Σώζονται ελάχιστα σπαράγματα πτυχώσεων ενδυμάτων αγίων και τμήματα από την κόκκινη ταινία των διαχώρων μεταξύ των μορφών. Η δεύτερη φάση ανάγεται  στις αρχές του 17ου αιώνα. Αποτελείται από πέντε μορφές ιεραρχών που σώζονται στον βόρειο τοίχο του ναού (Μέγας Βασίλειος και πιθανόν οι ι. Χρυσόστομος, Γρηγόριος Θεολόγος και Μέγας Αθανάσιος), την Άκρα Ταπείνωση στην κόγχη της προθέσεως και την Πλατυτέρα στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας του ιερού.

Στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας του ιερού εξεικονίζεται η Πλατυτέρα σε προτομή, με τα χέρια σε έκταση, δεομένη, έχοντας μπροστά στο στήθος της τον Χριστό. Δεξιά και αριστερά τους στέκονται σε προτομή δύο σεβίζοντες άγγελοι. Στην κόγχη της πρόθεσης του ιερού εικονίζεται η Άκρα Ταπείνωση, δηλαδή ο Χριστός νεκρός, όρθιος μέσα σε σαρκοφάγο, φορώντας μόνο λευκό περίζωμα στη μέση του. Τα χέρια του είναι δεμένα μπροστά, ενώ πίσω του εικονίζεται Σταυρός, δεξιά του η Θεοτόκος και αριστερά του ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος σε στάση συντριβής.

Η τρίτη εικονογραφική φάση ανάγεται στον 17ο αιώνα, λίγο αργότερα από τη δεύτερη. Σε αυτήν ανήκουν οι απεικονίσεις του Αγίου Γεωργίου στον δυτικό τοίχο, του Αγίου Δημητρίου στον ανατολικό τοίχο  και των Αγίων Θεοδώρων στη νότια πλευρά του τέμπλου. Οι δύο πρώτοι άγιοι εμφανίζονται έφιπποι, με στρατιωτική ενδυμασία και σκοτώνουν με δόρυ τον δράκοντα- διάβολο, στοιχείο της παλαιολόγειας τέχνης. Οι Άγιοι Θεόδωροι εμφανίζονται ολόσωμοι, μετωπικοί, ο ένας δίπλα στον άλλο, φέροντας στο δεξί χέρι σταυρό. Σε αυτή τη φάση ανήκει και ο φυτικός διάκοσμος που κοσμεί την πρόσοψη και τα τόξα του τέμπλου.

Η τέταρτη εικονογραφική φάση ανήκει στον 18ο αιώνα. Αποτελείται από τις μορφές των δεσποτικών εικόνων του τέμπλου (Χριστός, Θεοτόκος, Πρόδρομος και Άγιος Γεώργιος), που είναι ζωγραφισμένες σε αυτό. Σώζονται σε πολύ κακή κατάσταση, με καλύτερα διεσωσμένη εκείνη της Θεοτόκου.

Η Παλιαχώρα της Αίγινας αποτελεί ένα τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλους και ανεκτίμητης πολιτισμικής, ιστορικής και εκκλησιαστικής αξίας. Δυστυχώς, έχει αφεθεί στη μοίρα του χρόνου και της παρακμής, με σταδιακή επιβάρυνση της δεινής κατάστασης της πλειονότητας των μνημείων της, με εξαίρεση τους ναούς της Επισκοπής, του Αγίου Γεωργίου και το καθολικό της παλαιάς μονής της Αγίας Κυριακής, οι οποίοι έτυχαν αναστηλωτικών έργων. Είθε να θαυμάσουμε κάποτε ολόκληρη την Παλιαχώρα, την επονομαζόμενη και ως «Νησιωτικό Μυστρά», στην παλαιά δόξα της!

 

Γεώργιος Ζαραβέλας

 

About the author

aeginalight

Leave a Comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.