της Νίτσας Λουλέ
Τα γεγονότα ξεπερνούν τη σκέψη. Το μυαλό δεν προλαβαίνει να επεξεργαστεί το ένα και έρχεται το άλλο καπάκι. Πάντα πιο δυνατό, πιο δύσπεπτο από το προηγούμενο. Κι ο κάθε ένας ανάλογα με την γνώση και τα βιώματά του δίνει τη δική του ερμηνεία.
Πριν έξι μήνες, με απόλυτα δημοκρατικές διαδικασίες, ο κόσμος έδωσε το προβάδισμα στο κόμμα της αριστεράς. Της αριστεράς της Ευρώπης, όπως ο Πρωθυπουργός τονίζει και ξανατονίζει τον τελευταίο καιρό. Οι παλαιοί θυμήθηκαν την νίκη της ΕΔΑ το ’58 και οι νεώτεροι πίστεψαν πως η ζωή τους θα άλλαζε αφού η νέα κυβέρνηση αλλαγή στη ζωή τους υποσχέθηκε.
Ήταν όμως ένα κόμμα μόνο της αριστεράς; Όχι. Στους κόλπους του ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε όλο το παλιό και αποτυχημένο ΠΑΣΟΚ. Το άγνωστο για τους νέους ψηφοφόρους ξεχασμένο ΔΗΚΙ. Ακραία, μεμονωμένα άτομα που είδαν φως και μπήκαν. Ή μήπως τους ανοίχτηκε διάπλατα η πόρτα στο όνομα της ψήφου; “Ψηφαλάκια να’ ναι κι από όπου να’ ναι”.
Το προβάδισμα δεν έδωσε πλειοψηφία. Η ανάγκη σχηματισμού κυβέρνησης έφερε την αριστερά πλάι πλάι με ένα κόμμα που επίσης στους κόλπους του έχει από τον “υπερπατριώτη” Καμμένο ως τον ….”κομμουνιστή” Ζουράρι. Για να μην ξεχνιόμαστε.
Και άρχισαν οι περίφημες διαπραγματεύσεις. Κι ο κόσμος χειροκροτούσε τις “τρικλοποδιές” που ο υπουργός οικονομικών έβαζε στους εταίρους. Κι ήταν κι εκείνο το νέο στυλάκι που μάγεψε τις γυναίκες. Και το παραλήρημα των νέων κοριτσιών στη θέα του ατίθασου καβαλάρη πάνω στη μηχανή. Και πηγαίναμε από βδομάδα σε βδομάδα σε μια συμφωνία που όλο ερχόταν κι όλο απομακρυνόταν. Κι αδειάζαμε ότι είχε ο κουμπαράς μας για να πληρώσουμε τους δανειστές. Και με το σήμερα στο αύριο φθάσαμε στο τέλος της διορίας. Και πάνω στην αναμονή σκάει το δημοψήφισμα. Είχε δικαίωμα να το κάνει; Ναι. Άλλωστε δεν μας ήταν άγνωστό. Τα στελέχη του αριστερού ρεύματος, και όχι μόνο, κάθε μέρα το πετούσαν στα κανάλια. Για να μην πω και κάποιες φορές σαν απειλή. Έτσι ο απλός ψηφοφόρος κλήθηκε για άλλη μια φορά να αποφασίσει για την τύχη του. Προσωπικά, δεν πίστεψα ούτε μια στιγμή ότι το δημοψήφισμα είχε την έννοια του μένουμε η όχι στην Ευρώπη, Μένουμε ή όχι στο Ευρώ. Πίστεψα καλοπροαίρετα αυτό που ο πρωθυπουργός είπε. Θέλουμε την Ευρώπη, μένουμε στην Ευρώπη και παλεύουμε για μια δίκαιη για τους λαούς Ευρώπη.
Και το αποτέλεσμα ήταν ηχηρό. Και ο ΣΥΡΙΖΑ βγήκε πιο δυναμωμένος. Και με το “όχι” παραμάσχαλα πήγε πάλι να διαπραγματευτεί. Μα η ερμηνεία των ξένων ήταν άλλη. Το έλεγαν σ’ όλους τους τόνους πριν ακόμη από το αποτέλεσμα. Μας κάνει εντύπωση η συμπεριφορά τους; Κακώς. Ο πρωθυπουργός έπρεπε από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε να ξέρει ότι οι δανειστές δεν χαρίζουν, ακόμη και εκείνοι οι δανειστές που κάποτε ευεργετήθηκαν από μας, όπως η Γερμανία. Και δεν θα έπρεπε να πέσει στη λούμπα του Βαρουφάκη: “Έλα μωρέ, τι θα κάνουν; – θα υποχωρήσουν”. Έχει δικαίωμα ένας πρωθυπουργός να κάνει λάθη; Έχει. Ιδιαίτερα όταν η θητεία του ξεκινά από μηδενική βάση. Και με δεδομένη την απειρία του πρωτάρη μπορεί κάποιος να συγχωρήσει τις όποιες επιλογές σε πρόσωπα και πολιτικές. Αλλά ως εδώ. Την Δευτέρα, όταν με το καλό μας έρθει η νέα επώδυνη συμφωνία, αυτό το δέχεται κι ο ίδιος, ας κάνει δημόσια, το ξεκίνησε ήδη, αυτοκριτική κι ας αποδείξει ότι μπορεί να σταθεί στη θέση που ο λαός του έδωσε τόσο απλόχερα, δυο φορές μέσα σε 6 μήνες. Ας κλείσει τα αυτιά στις συμβουλές και τις εισηγήσεις που του γίνονται ακόμη κι από το στενό του περιβάλλον, κι ας πορευτεί κατά πως εκείνος πιστεύει. Να απαλλαγεί από τα βαρίδια που “απαιτούν” οι εσωκομματικές ισορροπίες. Έξυπνος είναι. Του το πιστώνουν ακόμη και οι πολιτικοί του αντίπαλοί. Οι εκλογές δεν είναι μακριά.