Η “ψυχή” του ιστορικού ζαχαροπλαστείου της παραλίας της Αίγινας “Αιάκειον”, η Ντόλυ Κουκούλη “έφυγε” από τη ζωή σήμερα Τετάρτη 6 Ιουλίου 2022.
Μια αρχοντική, δυναμική γυναίκα, σύζυγος του ιατρού Μιχάλη Κουκούλη, που ήρθε από την Αθήνα και με την δημιουργικότητά της έβαλε τη σφραγίδα της στην παραλία της Αίγινας. Το 1953 δημιούργησε το «Τουριστικόν» και το 1958 το “Αιάκειον”, αναζητώντας με επιμονή τα καλύτερα υλικά και τους καλύτερους ζαχαροπλάστες. Και τα κατάφερε, το γνωστό ζαχαροπλαστείο έγραψε ιστορία, με τα γλυκά του, την εξυπηρέτηση αλλά και τους επώνυμους θαμώνες του.
Το Αιάκειον με λαμπρή πορεία πέρασε στα χέρια της τρίτης γενιάς, τα προϊόντα του βραβεύονται κάθε χρόνο και η Ντόλυ δεν έλειψε ποτέ, παρά τις δυσκολίες της ηλικία της. Ήταν πάντα εκεί, με το ηλεκτροκίνητο καροτσάκι της τα τελευταία χρόνια, να παρατηρεί, να δίνει συμβουλές στον Μιχάλη και τον Αλέξανδρο, και να χαιρετάει με το ευγενικό της χαμόγελο πελάτες και γνώριμους περαστικούς. Ένας καθημερινός αρχοντικός χαιρετισμός, μια μεγάλη μορφή του νησιού μας που θα λείψει από πολλούς θαμώνες και όχι μόνο…
Καλό ταξίδι αγαπημένη μας Ντόλυ…
Η εξόδιος ακολουθία θα τελεστεί την Πέμπτη 7 Ιουλίου 2022, στις 11.00 στον Ι.Ν. του Αγίου Νικολάου Αίγινας.
Συνέντευξη στην Βικτώρια Τράπαλη το 2015:
Το σχετικά μακρινό 1958 – μιλάμε για πάνω από μισό αιώνα πριν την χειραφετημένη (;) σημερινή εποχή μας – μια νέα γυναίκα, 32 τότε ετών, σύζυγος γιατρού, μητέρα 3 μικρών παιδιών, αποφάσισε να αξιοποιήσει την περιουσία της οικογένειας του άντρα της στο νησί με καινοτόμο, προοδευτικό τρόπο, παρότι η μόνιμη κατοικία της ήταν στην Αθήνα, και μάλιστα λόγω ευμάρειας στο Κολωνάκι. Δεν είχε προφανώς κανέναν βιοποριστικό λόγο να μπλέξει ή να τρέχει, αλλά ήθελε να βάλει το χεράκι της σ’ αυτό που λένε προκοπή, ανάπτυξη, μέλλον.
Και τα κατάφερε να σφραγίσει με τις πρωτοβουλίες της το πρόσωπο της σύγχρονης Αίγινας.
Η γυναίκα αυτή ήταν η κ. Ντόλυ Κουκούλη, και δημιούργημά της το ονομαστό “Αιάκειον”, το πρώτο καφεζαχαροπλαστείο της παραλίας, μια επιχείριση πρότυπο από την πρώτη μέρα της λειτουργίας του μέχρι και σήμερα, που γενιές και γενιές επισκεπτών αλλά και μόνιμων κατοίκων έχουν κάνει μέσα σε όλ’ αυτά τα χρόνια αγαπημένο στέκι τους.
Όπως μας διηγείται η ίδια:
“Προάγγελος του «Αιάκειον» ήταν το «Τουριστικόν». Το δημιούργησα στη μία γωνία του ακινήτου, κληρονομιά του άνδρα μου, το οποίο είχαμε φτιάξει το1953 δίνοντας 650 χρυσές λίρες και στη συνέχεια το νοικιάσαμε προς 1.500 δραχμές το μήνα (ποσό τεράστιο για την εποχή), στον Κώστα Χατζόπουλο να το κάνει μπακάλικο. Ξεκίνησα με προϊόντα του φούρνου του πεθερού μου, του επονομαζόμενου Φαμπρικιέρη -γιατί δεν είχε μόνο φούρνο, αλλά και ελαιοτριβείο και πατητήρι και καφεκοπτείο- ο οποίος, μαζί με τον κουνιάδο μου τον Γιαννάκη, αν και έδωσαν πολλά χρήματα για να κάνουν τον φούρνο τους “γερμανικό”, σύγχρονο για τα δεδομένα της εποχής, προσλαμβάνοντας κι ειδικό τεχνίτη, δεν είχαν τόση δουλειά. Σκεφθήκαμε να κατεβάσουν τα εξαιρετικά προϊόντα τους στην παραλία, αλλά δεν υπήρχε ακίνητο που να προσφέρεται. Δεν είχε πολλή κίνηση η Αίγινα τότε. Πόσοι θα περνούσαν από την Φάμπρικα; Οπότε ζητήσαμε από τον Χατζόπουλο τη μια πόρτα του κτιρίου, την επί της παραλίας, και δύο από το στενάκι, όπου ευρίσκετο και η ουρά των επιβατών των λεωφορείων, διότι είχαν το τέρμα τους τότε ακριβώς εμπρός από το μαγαζί, το ”Τουριστικόν”, και σημερινό Αιάκειον, μειώνοντας αντίστοιχα το ενοίκιο.
Ξεκίνησα λοιπόν με τα προϊόντα του φούρνου, όπως σας προείπα και με καραμέλες στριφτές, πολύχρωμες και με διαφορετικές γεύσεις, που είχαμε μέσα σε γυάλες, με ποτά και λικέρ χύμα επίσης σε γυάλες, με γλυκά του κουταλιού, σοκολάτες και καφέδες. Είχαμε δουλειά αρκετή, χρειαζόμουν μία υπάλληλο. Η οικογένειά μου ήταν στην Αθήνα. Έτσι σκέφθηκα μιά παιδική μου φίλη, την Ρίτα, η οποία είχε εργασθεί στου Φλόκα και θα ήταν ότι έπρεπε.
Ζητήσαμε τότε από τον Κώστα τον Χατζόπουλο να πάρουμε και το υπόλοιπο μαγαζί ώστε να επεκταθούμε. Έτσι μεγάλωσε, με τις τρεις πόρτες επί της παραλιακής οδού.”
Την ακούς κι είναι μια μικρή Οδύσσεια αυτό που περιγράφει. Πώς πήγε σε εργαστήρι ζαχαροπλαστικής, φίλου πάλι, και ζήτησε να της μάθουν να τυλίγει καραμέλες, για να πουλάει και στο Αιάκειο, πώς έψαχνε κι έβρισκε έμπειρο προσωπικό από τα καλύτερα ζαχαροπλαστεία της Αθήνας, τον Παπασπύρου, τον Ζαγορίτη, τον Τσίτα, τη Μασκοτίτσα.
Πρόσθετη πινελιά, μιλάμε για μια εποχή που οι γυναίκες δεν κατέβαιναν ασυνόδευτες στην παραλία, κι έλεγε ο Μενέλαος ο Πατιχάκης, “Άνοιξε τα μάτια στις Αιγινήτισσες η γυναίκα του γιατρού – κατάλαβαν ότι μπορούν να δουλέψουν κι αυτές.” Όσο για τον πεθερό της, την παραδεχόταν: “Κάνε ό,τι νομίζεις, σου έχω απόλυτη εμπιστοσύνη”. Κι η επιχείρηση όλο άνθιζε, όλο παραπάνω χώρο και φροντίδα απαιτούσε. Κάποια στιγμή οι τρεις πόρτες έγιναν έξι και το εργαστήριο μεγάλωσε ακόμη πιο πολύ .
Το αποτέλεσμα της προσπάθειάς της – ευημερία και προκοπή που έχει φτάσει στην μεθεπόμενη γενιά, μιας και σήμερα έχουν αναλάβει οι δυο εγγονοί της το ξακουστό Αιάκειο, ο Αλέξανδρος Κουκούλης κι ο Μιχάλης Γαλάνης, αφού απασχόλησε ενδιάμεσα, πέρα από την ίδια, τον γιο της Τάκη Κουκούλη και τον γαμπρό της και πρόεδρο του Συλλόγου Φίλων του Λαογραφικού Μουσείου Κώστα Γαλάνη.